«Η ψυχή και το σώμα»*
Το σώμα πάλλεται, ριγεί, εκτινάσσεται, αναδιπλώνεται, μετεωρίζεται, ισορροπεί, αναζητά την επαφή με ένα άλλο σώμα. Παραδίνεται, προσεύχεται, πρόκειται για μια αέναη κίνηση ένωσης – αποχωρισμού, συγχώνευσης – διαφοροποίησης.
Τα πρόσωπα δεν αποκαλύπτονται, θα ήταν πλεονασμός.
Τα έργα είναι φιγούρες κομμένες με φύλλο φελλού χρωματισμένο με κόκκινο κάδμιο από τη μια που δίνουν το αποτύπωμά τους κατοπτρικά από την άλλη. Η υλικότητα του φελλού από τη μια παράγει μια εικόνα απτή και η στάμπα της μορφής απέναντι μια εικόνα άυλη, πρόκειται για μια διαλεκτική σχέση ελεγχόμενης φόρμας και τυχαίου. Δεν υπάρχει καμία ζωγραφική χειρονομία, μόνο υφή και φόρμα. Σε κάποιες περιπτώσεις είναι απαραίτητη η αναφορά στον χώρο που οριοθετεί την κίνηση του σώματος, μια αναφορά σε έναν βιωμένο αστικό χώρο.
Στην ενότητα με τα ζευγάρια, οι φιγούρες είναι κολάζ με χαρτί σταμπωμένο με χρώμα.
Φόρμα και περιεχόμενο απογυμνωμένα, όλων μέτρο ο άνθρωπος. Χωρίς υπεκφυγές, χωρίς τη χρήση της τεχνολογίας, αλλά και χωρίς ακαδημαικές αναφορές, ο άνθρωπος ως ψυχή και σώμα σε μια μακραίωνη ιστορία αναπαραστάσεών του.
Mάτω Ιωαννίδου
Σεπτέμβριος 2018
*Ο τίτλος της έκθεσης δανεισμένος από την κινηματογραφική ταινία της Ίλντικο Ενιέντι, 2017.
Σώματα, δυνάμεις, ρυθμοί
Το σώμα είναι κεντρικό σημείο αναφοράς στο έργο της ζωγράφου Μάτως Ιωαννίδου. Ένα ρεφρέν, ένα εικαστικό θέμα στο οποίο επιστρέφει κάθε φορά με καινούριες ιδέες, εμπνεύσεις, υλικά, τεχνικές, χρώματα και φόρμες. Στους δυο κύκλους των Ερωτικών, 1990 και 1995 τα σώματα είναι εμπλεκόμενα, εκπέμποντας εντάσεις ευχαρίστησης και πόνου. Στις Γυναίκες, 2001, το γυναικείο σώμα σχεδόν πλάστηκε μέσα από τη βαρύτητα που διαχέει τις κινήσεις του: σώματα που πέφτουν και σηκώνονται, κουλουριάζονται και αναπηδούν, υποκύπτοντας στην αβάσταχτη βαρύτητα της ύπαρξης.
Σε αυτό τον καινούριο κύκλο όμως η ελαφρότητα της ύπαρξης κυριαρχεί: αυτή τη φορά, πρόκειται για σχέσεις ανάμεσα σε σώματα, τις υπαρξιακές δυνάμεις τους, τις κινήσεις και ρυθμούς τους, τις πτυχώσεις και αναδιπλώσεις τους σε χωροχρονικούς σχηματισμούς. Σώματα που αναπηδούν, πετούν και δραπετεύουν. Κανείς δεν ξέρει τι μπορεί να κάνει το σώμα, έγραψε ο Σπινόζα, στο μεγάλο του φιλοσοφικό έργο, την Ηθική.
Είναι ακριβώς αυτή η αίσθηση του απροσδόκητου και απρόβλεπτου στις εκφράσεις, κινήσεις και σχέσεις των σωμάτων που αναδύεται από αυτή την έκθεση. Στην καρδιά αυτής της εικαστικής σύλληψης είναι η αδυναμία του να ξεχωρίσεις το σώμα από την ψυχή, όπως τέλεια εκφράζεται στον τίτλο της έκθεσης. Είναι η ψυχή που κινεί τα σώματα, χαρίζει αρμονία στις κινήσεις τους και καθορίζει τους ρυθμούς και τις σχέσεις τους; Ή μήπως είναι μέσα από τo σώμα που ξεπηδά η ψυχή, την ενέργεια που οι δυνάμεις του συνεχώς απελευθερώνουν; Η απάντηση της ζωγράφου είναι ότι ο δυϊσμός σώματος και ψυχής είναι άκυρος και ξεπερασμένος. Αντί για διαχωρισμούς τα έργα προτείνουν συνδέσεις, εμπλοκές, συναθροίσεις. Είναι η αέναη κίνηση των σωμάτων που κινητοποιεί αισθήσεις και σκέψεις, μας προκαλεί και μας προβληματίζει.
‘Όπως σε όλες τις θεματικές της Μάτως Ιωαννίδου τα έργα είναι ενοποιημένες μοναδικότητες. Το κάθε ένα έχει δικές του ξεχωριστές λεπτομέρειες τεχνικής, σχεδιασμού και μορφής, σημεία που τραβούν την προσοχή, ξυπνούν μνήμες και πληγώνουν, ορίζοντες που παραπέμπουν σε άλλους χώρους και χρόνους. Ταυτόχρονα όμως κάθε ένα έργο νοηματοδοτείται μέσα από τη σχέση του με το σύνολο των έργων της εικαστικής συλλογής. Τα έργα είναι λοιπόν ταυτόχρονα αυτόνομα και αλληλεξαρτούμενα εκφράζοντας με αυτό τον τρόπο την ιδέα ότι οι δυνάμεις που μας συνδέουν είναι στην καρδιά της ανθρώπινης κατάστασης.
Μαρία Ταμπούκου, Καθηγήτρια Φεμινιστικών Σπουδών
Πανεπιστήμιο Ανατολικού Λονδίνου, Νοέμβριος 2018